Ριμαδόροι
Ριμαδόροι της Γειτονιάς
Οι ριμαδόροι είναι άνθρωποι που εκφράζονται μέσα από τη μαντινάδα ή τον ποιητικό λόγο, αυτοσχέδιο ή καλλιεργημένο, ως απάντηση στη ζωή.
Στη γειτονιά μας, οι στίχοι δεν γράφονται – γεννιούνται. Από ένα βλέμμα, μια πληγή, ένα κέρασμα, μια ανάμνηση.
Η Άννα μίλησε πρώτη. Μ’ ένα βιβλίο γεμάτο μαντινάδες και μια καρδιά που χωράει τον πόνο και τη χαρά. Γύρω της στήνουμε ένα αφιέρωμα – ένα βίντεο, μια βεγγέρα – για να ακουστεί η φωνή της όπως της αξίζει.
Και δεν είναι μόνη. Ο Σήφης, ο γλύπτης της γειτονιάς, ριμάρει με τη γλώσσα και με την πέτρα. Και ο Παυλής, μεθοδικός και απαιτητικός, ρίχνει τις μαντινάδες του με αυτοπεποίθηση.
Με έκπληξη –και συγκίνηση– βλέπουμε ότι οι καλλιτέχνες γύρω μας πληθαίνουν. Μια μικρή γειτονιά, γεμάτη φωνές. Ίσως εκείνοι που τολμούν να μιλήσουν με ρίμα και πράξη, να είναι η μαγιά που χρειαζόμαστε.
Rimadoroi of the Neighborhood
Rimadoroi are those who express themselves through short rhymed verse, often improvised, often deeply felt.
In our neighborhood, verses aren't written – they're born. From a glance, a wound, a treat, a memory.
Anna spoke first. With a book full of mantinades and a heart that holds both sorrow and joy. Around her we build a tribute – a video, a gathering – to let her voice be heard as it deserves.
And she's not alone. Sifis, the neighborhood sculptor, rhymes with language and with stone. Pavlis, methodical and demanding, throws his mantinades with confidence.
To our surprise and emotion, artists among us are growing in number. A small neighborhood full of voices. Maybe those who dare to speak in rhyme and deed are the leaven we need.
Les Rimadoroi de notre quartier
Les rimadoroi sont ceux qui s’expriment en vers rimés, souvent improvisés, nés d’une émotion vive.
Dans notre quartier, les vers ne s’écrivent pas – ils naissent. D’un regard, d’une blessure, d’un souvenir, d’un geste.
Anna a parlé la première. Avec un livre rempli de mantinades et un cœur qui embrasse la peine et la joie. Autour d’elle, nous préparons un hommage – une vidéo, une veillée – pour que sa voix soit entendue à sa juste valeur.
Et elle n’est pas seule. Sifis, le sculpteur du quartier, rime avec la langue et la pierre. Pavlis, méthodique et exigeant, lance ses vers avec assurance.
Avec émotion, nous voyons les artistes se multiplier autour de nous. Peut-être que ceux qui osent parler en rimes et en actes sont la levure de la renaissance culturelle dont nous avons besoin.
Rimadoroi van de Buurt
Rimadoroi zijn mensen die zich uitdrukken via rijmende verzen, spontaan of bedachtzaam, als antwoord op het leven.
In onze buurt worden verzen niet geschreven – ze worden geboren. Uit een blik, een wond, een traktatie, een herinnering.
Anna sprak als eerste. Met een boek vol mantinades en een hart dat zowel pijn als vreugde draagt. Rond haar bouwen we een eerbetoon – een video, een bijeenkomst – zodat haar stem klinkt zoals ze verdient.
En ze is niet alleen. Sifis, de beeldhouwer uit de buurt, rijmt met taal en steen. En Pavlis, methodisch en veeleisend, gooit zijn rijmen met vertrouwen.
Tot onze verrassing – en ontroering – zien we steeds meer kunstenaars om ons heen. Misschien zijn degenen die durven te spreken in rijm en daad het gist dat we nodig hebben.
Die Dichter unserer Nachbarschaft
Rimadoroi sind Menschen, die sich durch gereimte Verse ausdrücken – spontan oder tief empfunden – als Antwort auf das Leben.
In unserer Nachbarschaft werden Verse nicht geschrieben – sie werden geboren. Aus einem Blick, einer Wunde, einer Erinnerung, einer Geste.
Anna war die Erste, die sprach. Mit einem Buch voller Mantinaden und einem Herzen, das Schmerz und Freude umfasst. Um sie herum gestalten wir eine Hommage – ein Video, ein Treffen – damit ihre Stimme gehört wird, wie sie es verdient.
Und sie ist nicht allein. Sifis, der Bildhauer der Nachbarschaft, dichtet mit Sprache und Stein. Pavlis, methodisch und anspruchsvoll, bringt seine Reime mit Selbstbewusstsein vor.
Mit Überraschung – und Rührung – sehen wir, dass die Zahl der Künstler um uns wächst. Vielleicht sind jene, die den Mut haben, in Reimen und Taten zu sprechen, das, was wir brauchen.


Η φωνή της καρδιάς
Ποιήματα και ρίμες της Άννας
Δεν σπούδασε λέξεις. Τις γεννούσε.
Η Άννα μεγάλωσε μαζί μας, στην ίδια γειτονιά. Τη βλέπαμε να γελά, να αγωνίζεται, να μεγαλώνει παιδιά – και κάποια στιγμή να χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της.
Από τη σιωπή εκείνη, άρχισαν να ξεπετάγονται οι πρώτες μαντινάδες. Όχι για να στολίσουν, αλλά για να κρατηθεί όρθια. Κι από τότε – λέξη τη λέξη –
έστησε ένα βιβλίο σαν να το 'γραψε η ίδια η ζωή.
Στη σελίδα αυτή φιλοξενούμε μερικές μαντινάδες από το βιβλίο της ή της στιγμής. Δεν αποκαλύπτουμε ακόμα το σύνολο. Ίσως προετοιμάζουμε κάτι μεγαλύτερο: ένα βίντεο-πρόσκληση, μια παρουσίαση αλλιώτικη, χωρίς έδρανα, μικρόφωνα ή χειροκροτήματα.
Μείνετε κοντά. Αν προχωρήσει, θα γίνει με τον τρόπο της Ευγιάς:
με φως, με σιωπή, με ανθρώπους που συναντιούνται
όχι για να πουν — αλλά για να ακουστούν μεταξύ τους.
📅 Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει την Δευτέρα 25 Αυγούστου, στις 8 μ.μ.
στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ενοριακού Κέντρου Κουρνά. Τα έσοδα από την πώληση του βιβλίου θα διατεθούν για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Βρείτε μου ξωμονάστηρο να πάω να προσκυνήσω,
καινούργια πάθη και παλιά να τα ξομολογήσω.
Σιγά, σεμνά και ταπεινά πάθιε στη γη τα ζάλα,
μη σε πλανέψουν τση ψευτιάς τα λόγια τα μεγάλα.
Βυζαντινό αρχοντικό κι ανάκτορο έχω χτίσει,
να μπεις μέσα βασίλισσα, να σε φιλοξενήσει.
Μοναχοπαίδι τ’ αετού είσαι και γιος τ’ ανέμου,
και δε φοβάσαι πως θα μπεις στη μάχη του πολέμου.
Καλοτάξιδο...................

Η Ρήγισσα
Ρήγισσα αφέντρα κάθεται μονάχη στον οντά τζη και συλλογάται του έρωτα στ’ αναστενάγματαά τζη, Μονολογάει και μιλεί με δάκρυα στα μάτια, για χάρη ντου φανήκανε απάνω τζη σημάδια. Πιάνει στα χέρια απαλά υφάδια μεταξένια για να κεντήσει μυστικά το πόθο απού τη κέντα. Και τη μορφή που είχενε κρυμμένη στη καρδιά τζη να φτιάξει με τα χέρια τζη να 'χει στη μοναξιά τζη. Ήτανε του ονείρου τζη τούτος ο περασάρης, ο πιο γλυκός στα μάτια τζη αρχοντοκαβαλάρης. Ξωρίζει πάλι μονομιάς τη σκέψη τζη να φτάσει στον έρωτα που έκαμε... Τη ρήγισσα να κλάψει Θέλει να φέρει πιο κοντά τα μάτια ντου τα μαύρα να τα ξομπλιάσει όμορφα σαν τ’ ασημένια άστρα. Και με αγάπη περισσή με τέχνη και φροντίδα φιλοτεχνεί τον έρωτα που μοιάζει μελωδία. Θλιμμένη όμως το θωρεί τ’ όνειρο τση καρδιάς ντζη μα θα 'ναι τ’ ακριβότερο δώρο τση πεθυμιάς τζη.
(σύντομα διαθέσιμο)
Θέλω να 'μαι ο ποιητής σου
Σ’ είχα δει στη Βενετιά, να φορείς την αρχοντιά, να στολίζεις την αγάπη με τραγούδια που ’χες μάθει στου αυγερινού το χάδι. Να κεντάς τον ουρανό σου από το χρυσό όνειρό σου, να του λες το μυστικό σου και τον πόθο το κρυφό σου. Να ’χεις φίλη την αυγή σου, την ανατολή αδερφή σου, να χαρίζεις την ευχή σου μέσα απ’ την αγνή ψυχή σου. Να μοιράζεις καλοσύνη, μην πονέσει η ειρήνη, να προλάβει και εκείνη να δωρίσει ελεημοσύνη. Θέλω να ’μαι ο ποιητής σου, το στιχάκι της φωνής σου, μελωδία που θα παίζεις σιγανά τη μουσική σου. Θέλω να ‘μαι το φεγγάρι, που τα βράδια θα φωτίζω των καημών σου τη γαλήνη και τη γη να σου χαρίζω. Θέλω στο παράπονό σου να ‘μαι το ροδόσταμό σου, να με πίνεις στο ποτήρι για τ’ αγάπης το χατίρι. Να ‘μαι για την αγκαλιά σου κείνο που ποθεί η καρδιά σου, να μεθώ απ’ τα φιλιά σου κι από τα γλυκόλογά σου. Και σαν ξημερώσει η αυγή όλα πάλι απ’ την αρχή να ‘ναι ατέλειωτο ταξίδι το ταξίδι της ζωής σου.